Η πανώλη, γνωστή και ως “πανούκλα” είναι μία από τις πιο καταστροφικές και θανατηφόρες ασθένειες στην ιστορία της ανθρωπότητας. Προκαλείται από το βακτήριο Yersinia pestis, το οποίο μεταδίδεται κυρίως μέσω ψύλλων που παρασιτούν σε τρωκτικά, όπως οι αρουραίοι. Η πανώλη εμφανίζεται σε διάφορες μορφές και έχει αφήσει ανεξίτηλο το αποτύπωμά της στην παγκόσμια ιστορία, με επιδημίες που άλλαξαν τη δημογραφική, κοινωνική και οικονομική δομή ολόκληρων περιοχών και ηπείρων.
Η επιδημία του 14ου αιώνα, που ονομάστηκε “μαύρος θάνατος,” έλαβε αυτήν την ονομασία όχι μόνο λόγω της θανατηφόρας φύσης της, αλλά και λόγω των χαρακτηριστικών συμπτωμάτων που παρουσίαζαν οι ασθενείς. Η βουβωνική πανώλη προκαλεί μεγάλες, επώδυνες διογκώσεις στους λεμφαδένες, γνωστούς ως βουβώνες, οι οποίοι συχνά σκουραίνουν και γίνονται μαύροι λόγω της νέκρωσης των ιστών. Επίσης, η σηψαιμική μορφή της πανώλης προκαλεί αιμορραγίες κάτω από το δέρμα, οδηγώντας σε μαυρισμένα και μελανιασμένα σημάδια που δίνουν στους ασθενείς μια χαρακτηριστικά “μαύρη” όψη.
Μια Σύντομη Ιστορία της πανώλης
Η Μεγάλη Επιδημία του 14ου Αιώνα
Η πρώτη και πιο θανατηφόρα επιδημία πανούκλας στην Ευρώπη σημειώθηκε τον 14ο αιώνα, όταν ο “μαύρος θάνατος” εξάλειψε περίπου το ένα τρίτο του πληθυσμού της ηπείρου. Η πανώλη δεν σκότωσε μόνο ανθρώπους, αλλά έπληξε επίσης και τα κατοικίδια ζώα, όπως αγελάδες, πρόβατα και άλλα οικόσιτα ζώα. Αυτή η επιδημία, η οποία αποτελεί το πρώτο κύμα της πανούκλας στην Ευρώπη, εξαπλώθηκε με πρωτοφανή ταχύτητα μέσω των εμπορικών δρόμων και των λιμανιών, καθώς οι άνθρωποι δεν γνώριζαν τον τρόπο μετάδοσης της ασθένειας και δεν υπήρχε τότε καμία αποτελεσματική θεραπεία.
Eκτιμάται ότι πέθαναν περίπου 25 έως 30 εκατομμύρια άνθρωποι. Αυτή η τεράστια απώλεια ζωών είχε βαθιές επιπτώσεις στην κοινωνική, οικονομική και πολιτιστική δομή της Ευρώπης. Aν και θεωρείται ένα από τα πιο καταστροφικά γεγονότα στην ιστορία της Ευρώπης, πολλοί ιστορικοί βλέπουν σε αυτήν και ένα θετικό αντίκτυπο, αποδίδοντάς της την πτώση της φεουδαρχίας και την άνοδο της αστικής τάξης.
Καθώς ο πληθυσμός μειώθηκε δραματικά, οι επιζώντες βρέθηκαν σε έναν κόσμο με σοβαρές ελλείψεις σε εργατικά χέρια. Αυτή η κατάσταση τους έδωσε τη δυνατότητα να διαπραγματευτούν καλύτερους όρους εργασίας και υψηλότερους μισθούς. Η έλλειψη εργατικού δυναμικού μετέβαλε τις παραδοσιακές κοινωνικές δομές, αποδυναμώνοντας το φεουδαρχικό σύστημα που εξαρτιόταν από τη χαμηλόμισθη εργασία των αγροτών. Οι εργάτες και οι αγρότες άρχισαν να αναζητούν ευκαιρίες σε πόλεις και εμπορικά κέντρα, γεγονός που οδήγησε στην άνοδο της αστικής τάξης και έθεσε τις βάσεις για μια πιο δυναμική και κινητική κοινωνία.
Πώς η Πανούκλα Έφτασε στην Ευρώπη
Η πανώλη του 14ου αιώνα πιστεύεται ότι ξεκίνησε από την κεντροδυτική Ασία, πιθανότατα στις περιοχές της σημερινής Μογγολίας ή Κίνας. Καθώς οι εμπορικές διαδρομές συνέδεαν την Ασία με την Ευρώπη, η πανώλη ακολούθησε τους εμπορικούς δρόμους, φτάνοντας τελικά στη Μαύρη Θάλασσα.
Το 1347, η πανούκλα έκανε την πρώτη της εμφάνιση στην Ευρώπη στην πόλη της Κάφφας (σημερινή Θεοδοσία στην Ουκρανία), ένα σημαντικό εμπορικό λιμάνι που ελεγχόταν από Γενουάτες εμπόρους. Εκείνη την περίοδο, οι Μογγόλοι πολιορκούσαν την Κάφφα, και κατά τη διάρκεια της πολιορκίας, η πανώλη ξέσπασε στο στρατό τους.
Σύμφωνα με ιστορικές πηγές, οι Μογγόλοι χρησιμοποίησαν τους μολυσμένους στρατιώτες τους ως μέσο βιολογικού πολέμου, εκτοξεύοντας τα πτώματά τους μέσα στην πόλη. Έτσι, η ασθένεια εξαπλώθηκε στους κατοίκους της Κάφφας και ανάμεσα στους Γενουάτες εμπόρους που ζούσαν εκεί.
Όταν οι Γενουάτες διέφυγαν από την Κάφφα για να επιστρέψουν στην Ιταλία, μετέφεραν άθελά τους το βακτήριο της πανώλης μαζί τους. Τα πρώτα πλοία κατέφτασαν στη Μεσσήνη της Σικελίας, όπου πολλοί επιβάτες ήταν ήδη μολυσμένοι ή νεκροί. Από εκεί, η πανώλη εξαπλώθηκε γρήγορα σε άλλα μεγάλα ιταλικά λιμάνια, όπως στη Γένοβα και τη Βενετία. Τα εμπορικά δίκτυα της εποχής έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη διάδοση της πανώλης, καθώς τα πλοία μετέφεραν μολυσμένους ανθρώπους, ψύλλους και αρουραίους σε ολόκληρη την ευρωπαϊκή ήπειρο.
Μέσα σε λίγους μήνες, η πανούκλα είχε εξαπλωθεί από την Ιταλία σε όλη την Ευρώπη, φτάνοντας μέχρι τη Γαλλία, την Αγγλία, τη Γερμανία και την Ισπανία.
Οι πόλεις και οι κοινότητες, χωρίς καμία γνώση για την αιτία και τη φύση της ασθένειας, ήταν αβοήθητες μπροστά στη γρήγορη και καταστροφική εξάπλωση της πανώλης. Μέχρι το 1351, η πανώλη είχε προκαλέσει τον θάνατο εκατομμυρίων ανθρώπων.
Μεταγενέστερα Κύματα της Πανούκλας στην Ευρώπη
H πανoύκλα επέστρεψε στην Ευρώπη αρκετές φορές μετά τον “μαύρο θάνατο” του 14ου αιώνα. Αν και η πρώτη επιδημία του 1347-1351 ήταν η πιο καταστροφική, η ασθένεια συνέχισε να εμφανίζεται σε κύματα για τους επόμενους αιώνες, με κάθε νέο ξέσπασμα να προκαλεί θανάτους και αναστάτωση.
Μετά την αρχική πανδημία, η πανούκλα επέστρεφε περίπου κάθε 10-20 χρόνια σε διάφορες περιοχές της Ευρώπης. Τα κύματα συνεχίστηκαν μέχρι τον 17ο και τον 18ο αιώνα, αν και η έκταση και η θνησιμότητα ήταν γενικά μικρότερες από την πρώτη επιδημία. Μερικές από τις πιο γνωστές αναζωπυρώσεις της πανώλης περιλαμβάνουν:
- Η Μεγάλη Πανώλη του Λονδίνου (1665-1666): Η πανώλη έπληξε το Λονδίνο, σκοτώνοντας περίπου το 15-20% του πληθυσμού της πόλης.
- Η Πανώλη της Μασσαλίας (1720-1722): ανώλη εμφανίστηκε στη Μασσαλία της Γαλλίας και εξαπλώθηκε στην ευρύτερη περιοχή, προκαλώντας περίπου 100.000 θανάτους. Ήταν μία από τις τελευταίες μεγάλες επιδημίες πανούκλας στη δυτική Ευρώπη.
- Επιδημίες στην Ανατολική Ευρώπη και τη Ρωσία: Σε αντίθεση με τη δυτική Ευρώπη, η πανώλη συνέχισε να εμφανίζεται στην ανατολική Ευρώπη και τη Ρωσία για μεγαλύτερο διάστημα. Μία από τις τελευταίες μεγάλες επιδημίες σημειώθηκε στη Μόσχα το 1771 όπου προκάλεσε περίπου 50.000 θανάτους
Η Πανώλη Σήμερα
Παρά τη μακρά ιστορία της, η πανώλη δεν έχει εξαφανιστεί πλήρως και εξακολουθεί να εμφανίζεται σε ορισμένες περιοχές του κόσμου. Σήμερα, οι περισσότερες περιπτώσεις πανούκλας καταγράφονται σε χώρες της Κεντρικής Ασίας, της Άπω Ανατολής, της Αφρικής των Δυτικών Η.Π.Α, και της Λατινικής Αμερικής.
Οι αγροτικές περιοχές της υποσαχάριας Αφρικής και το ιδιαίτερα το νησί της Μαδαγασκάρης είναι ιδιαίτερα επιβαρυμένες, με περίπου 2.000 κρούσματα να αναφέρονται παγκοσμίως κάθε χρόνο.
Το 2017, η Μαδαγασκάρη βίωσε μια επιδημία ασυνήθιστα μεγάλης κλίμακας, όπου καταγράφηκαν 2.575 κρούσματα και 221 θάνατοι, κυρίως από πνευμονική πανώλη. Αυτή η επιδημία ξεκίνησε νωρίς στη “σεζόν πανώλης” (Σεπτέμβριο έως Απρίλιο) και επηρέασε τόσο αγροτικές όσο και αστικές περιοχές, υποδεικνύοντας την ανησυχητική ικανότητα του βακτηρίου να εξαπλώνεται πέρα από τα παραδοσιακά γεωγραφικά του όρια.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, κατά μέσο όρο καταγράφονται επτά περιπτώσεις πανώλης ετησίως, κυρίως σε αγροτικές περιοχές του δυτικού τμήματος της χώρας, όπως το Νέο Μεξικό, την Αριζόνα, το Κολοράντο και τη Καλιφόρνια. Στι Η.Π.Α. Η ασθένεια μεταφέρεται κυρίως από ψύλλους που βρίσκονται σε άγρια ζώα, όπως αρουραίοι, ο κυνόμυς (prairy dog) ,και οι σκίουροι. Επίσης, γάτες και σκύλοι μπορούν να συμβάλουν στη μετάδοση της πανώλης στους ανθρώπους: οι γάτες μπορούν να φάνε μολυσμένα τρωκτικά και να μεταδώσουν το βακτήριο μέσω σταγονιδίων της αναπνοής τους, ενώ οι σκύλοι μπορούν να φέρουν μολυσμένους ψύλλους στο σπίτι.
Πώς Μεταδίδεται η Πανώλη στους Ανθρώπους
Η πανούκλα προκαλείται από το “Gram αρνητικό” βακτήριο Yersinia pestis, το οποίο μεταδίδεται κυρίως μέσω ψύλλων που παρασιτούν σε μολυσμένα τρωκτικά, όπως οι αρουραίοι. Η πιο κοινή μέθοδος μετάδοσης στους ανθρώπους είναι μέσω τσιμπήματος μολυσμένων ψύλλων. Όταν ένας ψύλλος που φέρει το βακτήριο τσιμπήσει έναν άνθρωπο, το βακτήριο εισέρχεται στον οργανισμό και προκαλεί τα πρώτα συμπτώματα της ασθένειας.
Ωστόσο, η πανώλη μπορεί επίσης να μεταδοθεί απευθείας από άνθρωπο σε άνθρωπο, αν και αυτό συμβαίνει μόνο σε συγκεκριμένες συνθήκες. Η μετάδοση μεταξύ ανθρώπων γίνεται μέσω σταγονιδίων στον αέρα, κάτι που είναι δυνατό όταν ένα μολυσμένο άτομο, που φέρει το βακτήριο στους πνεύμονες, βήχει ή φτερνίζεται. Τα μολυσμένα σταγονίδια που εκπέμπονται μπορούν να εισπνευστούν από κάποιον κοντινό άνθρωπο, μεταφέροντας έτσι το βακτήριο και προκαλώντας νέα μόλυνση.
Αξίζει να σημειωθεί οτι και οι αρουραίοι ξενιστές που κουβαλούν τους μολυσμένους ψύλλους αρρωσταίνουν από το βακτήριο Yersinia pestis. Όταν μολυνθούν, οι αρουραίοι συχνά αρρωσταίνουν και πεθαίνουν γρήγορα, γεγονός που οδηγεί τους ψύλλους τους να αναζητήσουν νέο ξενιστή – συνήθως άλλα τρωκτικά ή ανθρώπους.
Οι μαζικοί θάνατοι αρουραίων είναι συχνά ένα προειδοποιητικό σημάδι πανούκλας στις περιοχές όπου εμφανίζονται κρούσματα. Σε πολλές περιπτώσεις επιδημιών, τα τρωκτικά έχουν ήδη μολυνθεί και πεθάνει πριν αρχίσουν να εμφανίζονται κρούσματα σε ανθρώπους. Οι νεκροί αρουραίοι, λοιπόν, θεωρούνται συχνά ένδειξη ότι υπάρχει ενεργό ξέσπασμα πανώλης σε μια περιοχή.
Ο Κύκλος Ζωής της Πανώλης και ο Τρόπος Μετάδοσης
Το βακτήριο Yersinia pestis, διατηρείται και μεταδίδεται μέσω ενός πολύπλοκου κύκλου ζωής που περιλαμβάνει κυρίως ψύλλους και τρωκτικά. Ο κύκλος ζωής της πανώλης ξεκινά συνήθως με τους ψύλλους που παρασιτούν σε μολυσμένα τρωκτικά. Όταν οι ψύλλοι τσιμπούν αυτά τα τρωκτικά και τραφούν με το αίμα τους, το βακτήριο εισέρχεται στον οργανισμό τους και συγκεντρώνεται στο πρόλοβο του γαστρεντερικού τους, μια βαλβίδα που σαν σκοπό έχει την αποτροπή παλινδρόμησης αίματος από το στομάχι του ψύλλου στον ξενιστή κατά τη διάρκεια σίτισης.
Στον Πρόλοβο του ψύλλου, η Yersinia συσσωρεύεται, διπλασιάζεται και τελικά δημιουργεί απόφραξη του πεπτικού συστήματος του ψύλλου. Το τελευταίο εμποδίζει τον ψύλλο να τραφεί σωστά. Αυτή η απόφραξη αναγκάζει τον ψύλλο να δαγκώνει επανειλημμένα σε μια προσπάθεια να τραφεί, και κάθε φορά που προσπαθεί να τσιμπήσει, αναγουλιάζει-παλινδρομεί μέρος του μολυσμένου περιεχομένου του στομάχου του στον ξενιστή του, μεταφέροντας έτσι το βακτήριο της πανώλης. Αυτή η διαδικασία μεταδίδει την πανώλη σε άλλα τρωκτικά και, σε ορισμένες περιπτώσεις, σε ανθρώπους, όταν οι ψύλλοι τσιμπούν ανθρώπους λόγω έλλειψης διαθέσιμων τρωκτικών.
Ο κύκλος συνεχίζεται καθώς τα μολυσμένα τρωκτικά πεθαίνουν σε μεγάλους αριθμούς, αναγκάζοντας τους ψύλλους να εγκαταλείψουν τους νεκρούς ξενιστές και να αναζητήσουν νέους. Αν βρουν ανθρώπους ως νέους ξενιστές, η ασθένεια μεταδίδεται στους ανθρώπους, συνήθως με τη μορφή βουβωνικής πανώλης. Οι ψύλλοι, λόγω της απόφραξης στο πεπτικό τους σύστημα, τελικά πεθαίνουν από ασιτία, αλλά όχι πριν μεταδώσουν το βακτήριο.
Πέρα από τη μετάδοση μέσω ψύλλων, η Yersinia pestis μπορεί να εξαπλωθεί και από μολυσμένα ζώα (όπως τρωκτικά ή γάτες) μέσω επαφής με τους ιστούς ή τα σωματικά υγρά τους, ειδικά εάν υπάρχει πληγή στο δέρμα. Σε πιο σπάνιες περιπτώσεις, όταν η πανώλη εξελίσσεται σε πνευμονική μορφή, μπορεί να μεταδοθεί από άνθρωπο σε άνθρωπο μέσω μολυσμένων σταγονιδίων στον αέρα, με βήχα ή φτάρνισμα.
Λόγω της εξάρτησής του από τους ψύλλους και τα τρωκτικά, ο κύκλος ζωής της πανώλης συνδέεται στενά με τις θερμές και υγρές εποχές, όπου οι ψύλλοι είναι πιο δραστήριοι και οι συνθήκες είναι κατάλληλες για την εξάπλωση της ασθένειας.
Οι Τύποι της Πανώλης και τα Χαρακτηριστικά τους
Η πανούκλα του 14ου αιώνα ονομάστηκε “μαύρος θάνατος” όχι μόνο λόγω της καταστροφικής της φύσης, αλλά και εξαιτίας των τρομακτικών συμπτωμάτων που εξελίσσονταν στους ασθενείς καθώς η νόσος προχωρούσε. Η πανώλη εμφανίζεται σε τρεις κύριες κλινικές μορφές: βουβωνική, σηψαιμική και πνευμονική. Κάθε μορφή έχει διαφορετικά χαρακτηριστικά, με τη βουβωνική πανώλη να είναι η πιο κοινή, καθώς αντιστοιχεί στο 80-95% των περιπτώσεων, ενώ η σηψαιμική πανώλη αντιστοιχεί στο 10-20%. Η πνευμονική πανώλη είναι πιο σπάνια. Η θνησιμότητα γενικά κυμαίνεται από 60 έως 100% χωρίς θεραπεία, ενώ μειώνεται κάτω από 15% με έγκαιρη θεραπεία. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, μεταξύ 2000 και 2022, το 80% των 120 κρουσμάτων πανώλης ήταν βουβωνική πανώλη, με θνησιμότητα 12,5%.
Βουβωνική Πανώλη
Στη βουβωνική μορφή της πανώλης, το βακτήριο Yersinia pestis εισέρχεται στον οργανισμό μέσω τσιμπήματος μολυσμένων ψύλλων και επηρεάζει τους λεμφαδένες, οι οποίοι διογκώνονται και γίνονται επώδυνοι. Αν και δεν είναι πάντα σταθερό εύρημα, στο σημείο που τσίμπησε ο μολυσμένος ψύλλος μπορεί να εμφανιστούν έλκη, φλύκταινες ή νεκρωτικές βλάβες που μοιάζουν με γάγγραινα.
Τα κύρια συμπτώματα περιλαμβάνουν αιφνίδια εμφάνιση πυρετού, ρίγη, αδυναμία και πονοκέφαλο, ακολουθούμενα από έντονο πόνο και πρήξιμο σε λεμφαδένες (βουβώνες) αρχικά της περιοχής όπου τσίμπησε ο ψύλλος. Οι βουβώνες, μπορεί να σκουρύνουν και να αποκτήσουν μαύρη απόχρωση λόγω της νέκρωσης των ιστών, δημιουργώντας χαρακτηριστικές μαύρες βλάβες στο σώμα.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι ασθενείς αναπτύσσουν εκχυμώσεις (πετέχειες), ως αποτέλεσμα διαταραχής της πήξης του αίματος. Στην απουσία θεραπείας, η βουβωνική πανώλη μπορεί να εξελιχθεί σε σηψαιμική ή δευτερογενή πνευμονική πανώλη στο 50% των περιπτώσεων.
Σηψαιμική Πανώλη
Καθώς η ασθένεια εξελίσσεται, μπορεί να οδηγήσει στη σηψαιμική μορφή, όπου το βακτήριο εισέρχεται στην κυκλοφορία του αίματος και προκαλεί συστηματική σηψαιμία. Αυτή η μορφή πανώλης προκαλεί σοβαρές αιμορραγίες και νέκρωση του δέρματος και των ιστών, σχηματίζοντας μαύρες ή σκούρες κηλίδες κάτω από το δέρμα που έδιναν στους ασθενείς την “μαυρισμένη” όψη που συνδέθηκε με το όνομα “μαύρος θάνατος.” Σε ένα 10-20% των περιπτώσεων Η σηψαιμική πανώλη, μπορεί να εμφανίστεί χωρίς προηγούμενη ύπαρξη βουβώνων. Οι ασθενείς με Σηψαιμική Πανώλη καταλήγουν απο πολυοργανική ανεπάρκεια
Πνευμονική Πανώλη
Εκτός από τη βουβωνική και σηψαιμική μορφή, η πανώλη μπορούσε να λάβει και πνευμονική μορφή, η οποία ήταν η πιο επικίνδυνη και μεταδοτική. Η πνευμονική πανώλη μπορεί να είναι πρωτογενής ή δευτερογενής. Η πρωτογενής πνευμονική πανώλη μεταδίδεται μέσω εισπνοής μολυσμένων σταγονιδίων από μολυσμένα άτομα ή ζώα ή μέσω επαφής σε εργαστηριακό περιβάλλον. Η δευτερογενής πνευμονική πανώλη αναπτύσσεται όταν το βακτήριο εξαπλωθεί αιματογενώς από άλλες πηγές, όπως οι βουβώνες.
Η πρωτογενής πνευμονική πανώλη έχει σύντομη περίοδο επώασης, που κυμαίνεται από λίγες ώρες έως μερικές ημέρες. Οι ασθενείς εμφανίζουν ξαφνικά δύσπνοια, υψηλό πυρετό, πόνο στο στήθος και βήχα, συχνά με αιματηρά πτύελα. Η πνευμονική πανώλη είναι ταχύτατα θανατηφόρα εάν δεν ξεκινήσει άμεσα η θεραπεία με κατάλληλα αντιβιωτικά μέσα στην πρώτη ημέρα της εμφάνισης των συμπτωμάτων.
Η δευτερογενής πνευμονική πανώλη αναπτύσσεται περίπου στο 10% των ασθενών με πανώλη στις Ηνωμένες Πολιτείες και συνήθως είναι αποτέλεσμα καθυστερημένης θεραπείας της βουβωνικής πανώλης
Διάγνωση της Πανούκλας
Η έγκαιρη διάγνωση απαιτεί υψηλό δείκτη υποψίας. Οι ασθενείς με πυρετό και επώδυνη λεμφαδενοπάθεια θα πρέπει να ερωτώνται για πρόσφατα ταξίδια σε ενδημικές περιοχές (π.χ., νοτιοδυτικές ΗΠΑ) ή επαφή με μολυσμένα ζώα ή τρωκτικά. Η διάγνωση επιβεβαιώνεται με καλλιέργεια του βακτηρίου ή με ορολογικές εξετάσεις. Τρία σημαντικά διαγνωστικά στοιχεία περιλαμβάνουν:
- Πυρετός και γνωστή επαφή με νεκρά τρωκτικά ή ταξίδι σε ενδημική περιοχή.
- Πυρετός, υπόταση και ανεξήγητη περιφερειακή λεμφαδενοπάθεια.
- Κλινικά ευρήματα πνευμονίας με αιμόπτυση και πτύελα που περιέχουν gram-αρνητικά βακτηρίδια.
Εργαστηριακά και Απεικονιστικά Χαρακτηριστικά της Πανώλης
Οι μετρήσεις των λευκών αιμοσφαιρίων σε περιπτώσεις πανώλης μπορεί να κυμαίνονται από 3,000 έως 100,000/μL, με λευκά αιμοσφαίρια πάνω από 20,000/μL ή/και θρομβοπενία να παρατηρούνται σε περίπου το ήμισυ των περιπτώσεων. Ο συνδυασμός αυξημένων λευκών αιμοσφαιρίων (>20,000/μL) και θρομβοπενίας μπορεί να λειτουργήσει ως διαγνωστικός δείκτης σε ενδημικές περιοχές.
Ακτινογραφικά, η πνευμονική πανώλη δεν εμφανίζει επαρκώς συγκεκριμένη εικόνα ώστε να είναι διαγνωστική. Η ακτινογραφία θώρακα μπορεί να δείξει βρογχοπνευμονία, πύκνωση, κοιλότητες ή πλευριτική συλλογή. Σε αντίθεση με άλλες βακτηριακές πνευμονίες, σε περιπτώσεις πνευμονικής πανώλης παρατηρείται μερικές φορές μεσοθωρακική λεμφαδενοπάθεια, η οποία μπορεί να αποτελεί ένδειξη αυτού του ασυνήθιστου παθογόνου. Τα πτύελα είναι πυώδη ή αιμορραγικά, και περιέχουν gram-αρνητικά βακτηρίδια.
Μικροβιολογική Διάγνωση
Καλλιέργεια και Χρώση: Η Yersinia pestis αναπτύσσεται εύκολα σε κοινά εργαστηριακά μέσα. Οι καλλιέργειες αίματος είναι θετικές στο 27-96% των ασθενών, ανάλογα με τη μορφή της ασθένειας. Η Y. pestis μπορεί επίσης να καλλιεργηθεί από πτύελα, εγκεφαλονωτιαίο υγρό ή υγρό από βουβώνες.
Ορολογικές μέθοδοι: Υπαρχουν αντισώματα καθως και rapid test που ανιχνεύει το F1 αντιγόνο του Y. pestis στα πτύελα ή στον ορό.
PCR και Μοριακές Μέθοδοι: Η PCR χρησιμοποιείται πειραματικά για την ανίχνευση του Y. pestis σε βιολογικά δείγματα, αλλά δεν είναι ευρέως διαθέσιμη.
Θεραπεία της Πανώλης
Η καθυστέρηση της θεραπείας έχει αποδειχθεί ότι αυξάνει τη θνησιμότητα. Σε μια ανασκόπηση 762 περιπτώσεων πανώλης, οι ασθενείς που έλαβαν θεραπεία μετά την τρίτη ημέρα από την εμφάνιση των συμπτωμάτων είχαν σημαντικά υψηλότερη θνησιμότητα συγκριτικά με εκείνους που έλαβαν θεραπεία εντός δύο ημερών: 24% έναντι 9% για τη βουβωνική πανώλη, 33% έναντι 20% για την πνευμονική και 56% έναντι 18% για τη σηψαιμική πανώλη.
Προτιμώμενα Σχήματα Αντιβιοτικών
Η επιλογή της θεραπείας εξαρτάται από την κλινική μορφή της πανώλης και την πιθανότητα ανθεκτικών στελεχών σε περιπτώσεις βιοτρομοκρατίας. Το 2021, το CDC δημοσίευσε οδηγίες για τη θεραπεία της πανώλης, τις οποίες ακολουθούν ευρέως οι ειδικοί. Γενικά Πρώτης γραμμής αντιβιοτικά είναι η Στρεπτομυκίνη ή γενταμικίνη (αμινογλυκοσίδες), λεβοφλοξασίνη, σιπροφλοξασίνη ή μοξιφλοξασίνη (φθοριοκινολόνες), και δοξυκυκλίνη. Εάν η λοίμωξη σχετίζεται με βιοτρομοκρατία ή ο ασθενής έχει σοβαρά συμπτώματα, μπορεί να απαιτείται συνδυασμός αντιβιοτικών. Η ιδανική διάρκεια της αντιβιοτικής θεραπείας δεν είναι σαφής, αλλά γενικά συνιστάται τουλάχιστον 10-14 ημέρες ή έως ότου τα συμπτώματα υποχωρήσουν πλήρως.
Η προφύλαξη μετά από έκθεση (post-exposure prophylaxis) στην πανώλη περιλαμβάνει τη χορήγηση αντιβιοτικών, όπως δοξυκυκλίνη ή σιπροφλοξασίνη, για 7 ημέρες σε άτομα που έχουν εκτεθεί στον κίνδυνο, με σκοπό να προλάβουν την ανάπτυξη της ασθένειας.